Kατηγορίες
dressing mantra style Suits urban style

Λινό καλοκαίρι

Νιώσε το καλοκαίρι σαν ρούχο. Τι νιώθεις; Το λινό.

Ακου τον ποιητή: «Ω λινό καλοκαίρι, συνετό φθινόπωρο» (Οδ. Ελύτης, Εξι και μια τύψεις για τον ουρανό).

Πρόσεξε τον υποπρόξενο στο «Κάτω από το ηφαίστειο» του Μάλκολμ Λόουρι, κινηματογραφημένο από τον Τζόν Χιούστον. Ο αλκοολικός υποπρόξενος (Αλμπερτ Φίνεϊ) κατεβαίνει στην κόλασή του, στο ηφαίστειο, παραιτημένος από την υπέροχη γυναίκα του (Ζακλίν Μπισέ), φορώντας το εκρού λινό κοστούμι του. Ακου πώς τον τραγούδησαν τα Διαφάνα Κρίνα:

«Φύσα την καρδιά μου στην Οαχάκα
Ξέρω αργά ή γρήγορα πως θα χαθώ
Υβόν, μακριά σου δεν μπορώ να πάρω ανάσα
Μα θα διαλέξω εγώ πώς θα καταστραφώ.»

Ο υποπρόξενος με την υπέροχη γυναίκα του

Δες τον Χάρι Πέντελ, τον Ράφτη του Παναμά, άψογο μες στο εκρού λινό του, με γιλέκο, ραμμένο απ’ τον ίδιο σε γραμμή Σάβιλ Ρόου, σύμφωνα με την ιδιοφυϊα του συγγραφέα Τζον λε Καρέ. Φοράει μαύρη γραβάτα, ταλαιπωρείται, ιδρώνει, ουρλιάζει, λερώνεται, μα το εκρού λινό κοστούμι παραμένει ακέραιο, λαμπερό, διακριτικό, αρμόζον, στον τροπικό Παναμά. Το ίδιο αρμόζον και διακριτικό θα ήταν και στην καθ’ ημάς Μεσόγειο, στην Αθήνα, στον Αργοσαρωνικό, στις Κυκλάδες, στην Πελοπόννησο.

Ακου πώς φοράνε τα λινά κοστούμια τους οι Ναπολιτάνοι δανδήδες: ammappucciata, δηλαδή ατημέλητα, τσαλακωμένα, αφημένα στη ροή της μέρας και του θέρους. Σαν πουκάμισα…

Ιδού τι αφηγείται ο σπουδαίος ράφτης της Νάπολης Ρουμπινάτσι για τον πελάτη του πρίγκιπα Ζαν ντι Τζεράτσε:

Ο πρίγκιπας παράγγελνε τα κοστούμια σαν πουκάμισα: έξι λευκά-εκρού και έξι μπλε. Στη διάρκεια του μακρού μεσογειακού καλοκαιριού, φορούσε κάθε πρωί ένα απ΄αυτά τα κοστούμια, καλοσιδερωμένο. Το πουκάμισο ήταν σταθερά λευκό, και η γραβάτα μαύρη με λευκά πουά. Τίποτε άλλο, αυτή ήταν η στολή του καλοκαιριού. Ουσιαστικά, το πουκάμισο ήταν το σακάκι: ξέφοδρο, μαλακό, ριχτό, εύπλαστο, άχτιστο, έπαιρνε τη φόρμα του σώματος καθώς περνούσε η ώρα. Δεν έδειχνε σαν σακάκι.

Το λινό κοστούμι, εφόσον είναι σωστά φτιαγμένο (δηλαδή, λίγο φτιαγμένο, σχεδόν άφτιαχτο), δεν δείχνει, δεν φωνάζει, δεν αυτοπροβάλλεται. Ακριβώς έτσι απαιτεί το δικό μας θερμό καλοκαίρι: διακριτικότητα, σιγαλόφωνη κομψότητα, ευγένεια. Ο ποιητής δεν επιδεικνύει την τέχνη του, το κάλλος δεν φωνάζει για να επιβληθεί: απλώς υπάρχουν.

Χρωμα

Είπαμε, το αρχετυπικό χρώμα, άνευ του οποίου δεν νοείται λινή γκαρνταρόμπα, είναι το σπασμένο λευκό, το εκρού ή ζαχαρί ή ιβουάρ, κρεμ, έως το χρώμα της κιτρινίζουσας βανίλιας. Τούτου δοθέντος, πάμε κατόπιν προς το καπουτσίνο, το café au lait, έως τη σοκολάτα γάλακτος. Οπωσδήποτε και μπλε: μπλε Αιγαίου λίγο πριν το μελανί.

Υφασμα

Το ιρλανδέζικο είναι το ανώτερο για κοστούμι. Και το ακριβότερο. Είναι κατά κανόνα βαρύτερο, πτυχώνει πλούσια, πέφτει με χάρη. Μη το φοβηθείτε επειδή είναι βαρύτερο, δεν είναι κατ΄ανάγκην ζεστότερο. Γνωστότερα εργοστάσια: Bryson, MacNutt.

Το ιταλικό λινό είναι πιο φίνο, λεπτότερο, ελαφρύ. Τσαλακώνει πολύ περισσότερο, και μάλλον πιο απρόβλεπτα. Το λεπτό ιταλικό ταιριάζει περισσότερο σε παντελόνια, αλλά ας μην είμαστε απόλυτοι.

Τέλος, υπάρχει και το βελγικό λινό. Οι Βέλγοι έχουν μακρά παράδοση στα λινά, αλλά το βελγικό λινό για ανδρικά ρούχα είναι εξαιρετικά δυσεύρετο στην Ελλάδα.

Εξαρτηματα

Η σκούρα γραβάτα (μπλε, μαύρη) κοντράρει έξοχα στο λευκό λινό. Το πουκάμισο να είναι ουδέτερο, ας πούμε από ολόδροσο ύφασμα βουάλ. Χωρίς γραβάτα, ναι· αλλά τότε ένα μεταξωτό μαντιλάκι στην τσέπη, μια πινελιά φιλαρέσκειας τόση-δα μικρή. Παπούτσια στο χρώμα της κανέλας, δετά. Κολώνια εσπεριδοειδών.

Advertisement
Kατηγορίες
dressing style urban style

Μπλέιζερ: ο μπαλαντέρ έχει απαιτήσεις

Το μπλέιζερ είναι από τα πιο δημοφιλή αλλά και πιο παρεξηγημένα ρούχα στην ανδρική γκαρνταρόμπα. Αναμφίβολα είναι ένα σίγουρο χαρτί, άσσος ή μπαλαντέρ, που μπορεί να βγει απ’ την ντουλάπα και να δώσει ακαριαία στον κάτοχο μια περιβολή αξιοπρεπή, ασφαλή, έως και ξεχωριστή. Ταυτόχρονα όμως, η κατάχρηση ή η αγνόηση ορισμένων κανόνων, μπορεί να οδηγήσει τον φορέα μπλέιζερ σε καταστάσεις αφόρητου κομφορμισμού, στερεοτυπικές, ακόμη και kitsch.

Τυπικό παράδειγμα κατάχρησης του μπλέιζερ είναι ο πολιτικός Δημ. Αβραμόπουλος, ένας πολιτικός ο οποίος προφανώς λατρεύει το σταυρωτό μπλέιζερ με τα μεταλλικά κουμπιά ως υποκατάστατο του μεγαλείου της στρατιωτικής στολής. Το τέτοιο μπλέιζερ είναι πράγματι απόγονος του ναυτικού ζακέτου-σακακιού, με έξι ή και οκτώ χρυσοποίκιλτα κουμπιά· το φορούν ακόμη οι αξιωματικοί του Ναυτικού. Αλλά στη σύγχρονη αστική ζωή το μπλέιζερ δεν είναι στολή, είναι απλώς ένα σακάκι· και κάνενα σακάκι δεν μπορεί να προσδώσει μεγαλείο. Τόσο απλά.

Το σακάκι μπλέιζερ, λοιπόν, είναι μπλε, σκούρο ― navy, που λένε. Μπορεί να είναι σταυρωτό, μπορεί και μονόπετο. Το μονόπετο είναι πιο ευκολοφόρετο, παντός καιρού και πάσης περιστάσεως· το σταυρωτό, με τέσσερα ή, καλύτερα, με έξι κουμπιά, είναι πιο τυπικό, λίγο πιο «άκαμπτο». Το μπλέιζερ εν γένει δεν είναι βραδινό, επίσημο ντύσιμο· ίσως ούτε business ντύσιμο. Είναι σπορτίβικο, είναι πρωινό και απογευματινό, είναι ντύσιμο για σαββατοκύριακο ή για ταξίδι, δεν απαιτεί οπωσδήποτε γραβάτα, ταιριάζει με πιο σπορ παντελόνια και παπούτσια. Επίσης δεν είναι όπως οποιοδήποτε ξέταιρο σακκάκι, δεν είναι οποιοδήποτε μπλε σακκάκι· είναι μπλέιζερ. Η διαφορά τους: το μπλέιζερ έχει μεταλλικά κουμπιά ― χρυσαφιά ή ασημιά. Είναι απόγονος στολής, παρόλο που δεν είναι τυπικά στολή. Κατ’ εξαίρεσιν, επιτρέπονται κουμπιά κοκάλινα σε καφέ-κοκκινωπό χρώμα, στο μονόπετο, για έναν ενδιαφέροντα τύπο ημι-μπλέιζερ.

Τι ύφασμα;

Fresco

Το χειμώνα μάλλινο ασφαλώς. Το hopsack, με ύφανση μικροκυψελωτή και ανθεκτική στο τσαλάκωμα, είναι το ιδεώδες. Παρομοίως, το fresco ή η «ψάθα», αραιοϋφασμένα ολόμαλλα πανιά τύπου cool wool, ενδείκνυνται για μπλέιζερ πάσης εποχής. Μια καλή φανέλα ή κασμίρι δεν αποκλέιονται αλλά έχουν πολύ πιο περιορισμένη χρήση.

Ανοιξη και καλοκαίρι, το μπλέιζερ μπορεί να είναι από λινό βαρύ (το βαρύ πέφτει ωραία,και τσαλακώνει λιγότερο) ή σύμμικτο υλικό από φυσικές ίνες, π.χ. λινό-μετάξι, ημίφοδρο για δροσιά.

Με τι παντελόνι φοριέται;

Το χειμώνα, η γκρι φανέλα είναι το αδιαφιλονίκητο ταίρι ― σκούρα, κατά προτίμησιν. Δεύτερη επιλογή, η γκαμπαρντίνα· το λαδί χρώμα πάει πολύ, επίσης ένα βαθύ μπεζ, ή κρεμ. Ανοιξη και καλοκαίρι, το παντελόνι ξανοίγει χρωματικά αλλά και σαν υλικό: βαμβακερή γκαμπαρντίνα ή στεκούμενη ποπλίνα, λινό, cool wool, σε αποχρώσεις του κρεμ, από το κίτρινο έως το μπεζ, αλλά και πράσινο βεραμάν, θαλασσί, και βέβαια κόκκινο τυπικά british.

Τι παπούτσια;

Χρώμα: τόνοι του καφέ, από σοκολατί έως ξανθό, αναλόγως της εποχής και του παντελονιού. Το καστόρι ή σουέντ έρχεται πρώτο στο νου, αλλά και τα άλλα δέρματα καλά είναι. Το μαύρο αποφεύγεται, ιδίως εκτός χειμώνα. Ιδανικό σχέδιο: το κομψό κάπως σπορτίβικο monk, το παπούτσι «του Πάπα», με λουρί και αγκράφα στο πλάι, μπορεί και με δύο μικρές αγκράφες.

Αλλα εξαρτήματα

Το μαντιλάκι στην τσέπη είναι εκ των ουκ άνευ. Στο μπλε φόντο του μπλέιζερ σχεδόν κάθε είδους μαντιλάκι μπορεί να ανθίσει και να αναδείξει όλη τη φορεσιά. Αν δεν φορεθεί γραβάτα, ας μην αποκλειστεί το φουλάρι ascot ή ένα δετό παπιγιόν. Στο πουκάμισο οι επιλογές είναι πρακτικά πολλές, το γαλάζιο και το κρεμ, μονοχρωμα ή ριγέ, είναι ασφαλή· μη φοβηθείτε και τα καρρώ και τα button down. Γενικά μη φορτώσετε το ντύσιμο με κοσμήματα, φανταχτερά ρολόγια κ.λπ., διότι τα χρυσά-ασημένια κουμπιά υπεραρκούν σαν στολίδια.

Kατηγορίες
dressing Suits urban style

Ποιος φοβάται το σταυρωτό κοστούμι;

Really sharp!

Το σταυρωτό κοστούμι τρομάζει. Παρά τις δόξες που έχει γνωρίσει, παρά την κομψότητα και το κύρος που φέρει, το σταυρωτό κοστούμι με τα μυτάτα πέτα, τρομάζει τους σημερινούς αστούς, επειδή συνοδεύεται από προκαταλήψεις, εν μέρει μόνο αληθείς. Η βασικότερη προκατάληψη που το συνοδέυει είναι: «το σταυρωτό ταιριάζει μόνο σε λιγνούς και ψηλούς, όχι σε κοντούς ή γεμάτους».

Τούτη η ρήση έχει στοιχεία αληθείας. Προκύπτουν εκ της φόρμας του σταυρωτού κοστουμιού. Πράγματι, στο μονόπετο κοστούμι υπερτερούν εμφανώς οι κατακόρυφες γραμμές των πέτων, που σχηματίζουν ένα οξυκόρυφο αντεστραμμένο V, προσδίδοντας έτσι στη σιλουέτα μια δυναμική προς τα άνω, και μια οπτική εντύπωση λεπτότητος στη μέση και διεύρυνσης στους ώμους. Στο σταυρωτό κοστούμι οι κατακόρυφες γραμμές του V των πέτων υπάρχουν ασφαλώς και προσδίδουν τη δυναμική τους, ωστόσο τώρα αυτή η κατακόρυφη δυναμική μετριάζεται από τις οριζόντιες γραμμές που σχηματίζουν αφενός η διπλή σειρά των κουμπιών (2Χ3), αφετέρου, η επικάλυψη του ενός πέτου από το άλλο.

Οι οριζόντιες γραμμές λοιπόν, οπτικά «αφαιρούν» ύψος, όπως ακριβώς κάνουν οι οριζόντιες ρίγες πουκάμισου ή πουλόβερ. Αυτό το εφέ δεν είναι επιθυμητό σε έναν βραχύσωμο τζέντλεμαν.

Αντιστοίχως, το σταυρωτό με έξι κουμπιά, εκ των οποίων κουμπώνουν τα δύο χαμηλότερα εσωτερικά (6-2), πράγματι δημιουργεί την εντύπωση ότι «τυλίγει» το σώμα. Αυτό το εφέ δεν κολακεύει τους προγάστορες, τους δείχνει φασκιωμένους, σχεδόν σαν σαλάμι.

Τούτων δοθέντων, ας δούμε πώς αντιμετωπίζεται το φάσκιωμα και το στούμπωμα.

Καταρχάς, ο ψυχολογικός παράγων: Αν νιώθετε απελπιστικά κοντός ή παχύς με οποιοδήποτε ρούχο, τότε ούτε το σταυρωτό θα βοηθήσει ασφαλώς. Αν, αντιθέτως, φοράτε τα ρούχα, και δεν σας φοράνε, τότε θα βρείτε τη βασιλική οδό…

Δεύτερον. Το σταυρωτό έχει παραλλαγές. Δεν είναι ανάγκη να καταφύγετε στο κλασικό με έξι κουμπιά (6-2), με τα πέτα να «σταυρώνουν» ψηλά. Ο βραχύσωμος μπορεί να επιλέξει σταυρωτό με πέτα που «σταυρώνουν» πιο χαμηλά, και έξι κουμπιά εκ των οπόίων κουμπώνει το ένα (6-1) ή τέσσερα κουμπιά εκ των οποίων κουμπώνουν τα δύο ή το ένα (4-2 ή 4-1). Επιμηκύνοντας το άνοιγμα V στο θώρακα και μεταθέτοντας το «τύλιγμα» χαμηλότερα, εξουδετερώνονται, σε μεγάλο βαθμό, οι οριζοντιες γραμμές που επιβαρύνουν την βραχεία ή γεμάτη σιλουέτα.

Τρίτον. Το σχέδιο του υφάσματος. Η κομψή ρίγα του κλασικού pinstripe ή chalkstripe είναι η πλέον ενδεδειγμένη για το σταυρωτό κοστούμι, κι ακόμη περισσότερο για τους βραχύσωμους και εύσαρκους τζέντλεμαν. Αν φοβάστε το αυστηρό pinstripe για το πρώτο σας σταυρωτό, διαλέξτε ένα διακριτικό αχνό ψαροκόκκαλο.

T I P S


Xρώματα; Γκρί σκούρο, ανθρακί, μπλε ― αδύνατον να σφάλετε.

Ποιότητα; Ε, ναι, κι εδώ η φανέλα πρωταγωνιστεί, ιδίως σε σκούρο γκρι pinstripe. Βεβαίως και οποιοδήποτε καλό, «με σώμα» worsted ― με σώμα, για να πτυχώνει ωραία, ελεύθερα, να πέφτει και να χαρίζει. Σκεφθείτε οπωσδήπτε κι ένα ύφασμα μαλακό-στητό σε σχέδιο Πρενς ντε Γκαλ ― απαράμιλλο και αρρενωπό.

Λεπτομέρειες: Το παντελόνι του σταυρωτού κοστουμιού ας είναι με ρεβέρ. Και ας έχει λειτουργική μποτουνιέρα και στα δύο πέτα.

Πρενς ντε Γκαλ φανέλα
Kατηγορίες
Suits urban style

Πολύχρωμο κοστούμι για την άνοιξη


Πολλοί γνωστοί μου προτιμούν για το καθημερινό ντύσιμό τους στην πόλη, το ντε πιες (deux pièces), δηλαδή ξεχωριστό σακάκι-παντελόνι. Το φορούν σαν κοστούμι, με γραβάτα και όλα τα εξαρτήματα, αλλά δεν είναι κοστούμι. Γιατί; Η προφανής απάντηση είναι ότι το ντε πιες είναι λιγότερο επίσημο, είναι πιο σπορτίφ, ίσως να φαίνεται και πιο νεανικό. Πράγματι, οι εργαζόμενοι σε όχι και τόσο απαιτητικά περιβάλλοντα, που δεν απαιτούν αυστηρό ένδυμα, αποφεύγουν το κοστούμι. Οι τελευταίοι “κοστουμάτοι” είναι οι δικηγόροι, κι αυτοί όχι πάντα.

Ενας άλλος κρυφός λόγος είναι το τι διατίθεται στην αγορά των ετοίμων. Τα κοστούμια που διατίθενται είναι πολύ λιγότερα σε ποικιλία χρωμάτων και σχεδίων από τα σακάκια, πολιτική που επέβαλαν κυρίως οι Ιταλικοί μεγάλοι οίκοι. Τα κοστούμια είναι στην γκάμα του γκρι και του μπλε, με ρίγα ή χωρίς. Τα σακάκια είναι τα πάντα όλα… Αναγκαστικά λοιπόν, ο μη συνειδητοποιημένος αγοραστής, που ψωνίζει έτοιμα, θα προσελκυστεί από την πολυχρωμία και την ποικιλία του μονού σακακιού και όχι από την μονοτονία του “γκρί ή μπλε” κοστουμιού.

Τούτων λεχθέντων, ας θυμηθούμε, πρώτον, ότι οι γκαρνταρόμπες των δανδήδων και των τζέντλεμαν του 20ού αιώνα περείχαν πολύ περισσότερα κοστούμια από σακάκια (από τον Φρεντ Αστέρ και τον Κάρυ Γκράντ έως τον Δούκα του Ουίνδσορ και τον Τζάνι Ανιέλι).

Και, δεύτερον, ότι με την επιλογή υφάσματος κατάλληλου σχεδίου, χρώματος και υφής, το κοστούμι μπορεί να απογειωθεί και να δείξει πολύ λιγότερο επίσημο και μονότονο, πολύ περισσότερο σπορτίφ και ζωηρό από οποιοδήποτε ντε πιες. Σκεφτείτε μόνο πόσοι τόνοι του καφέ, του ξανθού, του γκρι μαζί με μπλε, του πράσινου και λαδί, του μπεζ με μπλε κ.ο.κ. υπάρχουν. Και πόσα σχέδια: μεγάλα αραιά καρρώ (windowpane), πτι καρρώ, πιε ντε πουλ, ρίγες λεπτές, ρίγες αραιές, ρίγες ανάμικτες, και βέβαια το ανεπανάληπτο, το πολυφίλητο, το μοναδικά αρρενωπό πρενς ντε γκαλ… Να μιλήσουμε και για υφές του πανιού; Φρεσκό, μοχαίρ, φανέλες, σολάρο, ψαροκόκκαλα, κοτλέ και βελούδα, λινά, κλασικά worsted, και τέλος η ανεξάντλητη πρακτικά γκάμα των τουίντ.

Μόνη προϋπόθεση για μια τέτοια πρωτότυπη και κυρίως ευέλικτη γκαρνταρόμπα είναι, αφενός, να ξεπεραστεί η προκατάληψη ότι το κοστούμι είναι πάντα επίσημο και βαρύ. Αφετέρου, να διευρύνουμε την έρευνά μας πέρα από το ράφι των “έτοιμων”. Ας δοκιμάσουμε το κοστούμι το ραμμένο επί μέτρω, το καθ’ ολοκληρίαν bespoke σε ράφτη, αλλά και το ετοιμοπαραγγελία (made to measure). Το επί μέτρω ράψιμο προσφέρει τη δυνατότητα επιλογής υφάσματος από μια πολύ μεγάλη γκάμα υφασμάτων, πρακτικά ανεξάντλητη. Κι όσο για το κόστος: Λογαριάστε πόσο κοστίζει ένα πρωτότυπο fancy σύνολο ντε πιες από επώνυμο κατασκευαστή (Zegna, Kiton, Brioni, Canali κ.λπ.). E, λοιπόν, με σημαντικά μικρότερο από αυτό το κόστος μπορείτε να ράψετε στα μέτρα σας ένα υπέροχο, πολύχρωμο, και προπάντων μοναδικό κοστούμι, με το καλύτερο ύφασμα, για να σας συντροφεύει με τη μοναδικότητά του για πολλά πολλά χρόνια.

Καλή, πολύχρωμη άνοιξη!

Kατηγορίες
Accessoires mantra

Φόρα λοξά το καπελάκι σου


Το καπέλο εξαφανίστηκε από το αστικό ντύσιμο στην Ελλάδα, για μεγάλο χρονικό διάστημα, έως ότου το επανέφεραν οι νέοι: hip chic, αλήτικο, αρτίστικο, στυλάτο, από τζόκεϊ υποκάτω της κουκούλας έως κουλ pork pie hat, καβουράκι, σκούφο Ανδεων, ρέγκε μπερέ. Μπράβο στην ατίθαση νεολαία!

Η άλλη ηλικιακή ομάδα που κράτησε το καπέλο ήταν οι ηλικιωμένοι και οι γέροντες. Καβουράκια μάλλινα, τραγιάσκες τουίντ και κασκέτα ναυτικά, βλέπουμε πάντα τον χειμώνα στις πόλεις και στην επαρχία.

Τι κάνουν όμως οι ενήλικοι αστοί, οι φαλακροί μεσήλικες; Αμηχανία. Κάτι τζόκεϊ βλέπουμε, χειμώνα-καλοκαίρι, και μάλλινα σκουφιά τον χειμώνα. Και κανα καλοκαιρινό αγορασμένο από τα τουριστικά είδη, στο νησί διακοπών. Αμήχανα μπαλώματα, δηλαδή, με άθλια πρακτικά και στυλιστικά αποτελέσματα.

Κι όμως, οι λύσεις είναι πολλές και ικανοποιούν κάθε γούστο, κάθε ανάγκη, κάθε εποχή και περίσταση. Καταρχάς, τον χειμώνα το καπέλο προστατεύει τα αποπτιλωμένα σκαλπ από τον υετό, την χιόνα, την πνοή του παγετού. Το καλοκαίρι αποτρέπει τα εγκαύματα της φαλακρίτσας και την ηλιοπληξία του εγκεφάλου. Προσοχή, δεν μιλάμε για στυλ και κάλλος, μιλάμε για υγεία και ευεξία.

Τούτων λεχθέντων, ας δούμε δυνατότητες χειμωνιάτικου πίλου εν Ελλάδι. Στην πόλη, παλαιότερα, το ενδυματολογικό και κοινωνικό πρωτόκολλο υπαγόρευσε στους αστούς μόνο πλατύγυρα καπέλα: ρεπούμπλικες (fedora, borsalino) και καβουράκια (trilby), και μάλιστα μόνον ορισμένα χρώματα: μαύρο, μπλε, γκρί, όχι καφέ. Οι τραγιάσκες και τα καβουράκια από τουίντ, οι μπερέδες και τα συναφή φοριούνταν από εργάτες και ειδικές επαγγελματικές ομάδες, είτε από αστούς στην εξοχή, τα σαββατοκύριακα, τις ώρες της σχόλης και της χαλάρωσης. Αυτό το πρωτόκολλο βέβαια έχει εξανεμιστεί σήμερα, ιδίως στην Ελλάδα, και ευτυχώς.

Σήμερα ο καθείς μπορεί να φορέσει ό,τι καπέλο του καπνίσει, όπου να ‘ναι. Μία προϋππόθεση κι εδώ, όπως σε όλο το ντύσιμο: το καπέλο να το φοράμε, όχι να μάς φοράει…

Τι θα φορούσαμε λοιπόν στην πόλη, τις κρύες μέρες; Ντυμένοι με κοστούμι και παλτό, θα διαλέγαμε μια ρεπούμπλικα, σε χρώμα γκρι σκούρο, καμηλό ή βαθυκάστανο-σοκολατί για πρωινές-απογευματινές ώρες, μπλε σκούρο ή μαύρο για βραδινές. Εναλλακτική της ρεπούμπλικας με τα πλατιά μπορ, είναι το καβουράκι ή trilby: ίδια φόρμα, αλλά αισθητά στενότερα μπορ. Και οι δύο τύποι κατασκευάζονται από μάλλινα πιλήματα: τσόχα (felt) από μαλλί merino ή, στις κορυφαίες ποιότητες, πίλημα από γούνα, συνήθως λαγού.

Η επιλογή καπέλου έχει να κάνει, μεταξύ άλλων, με το μέγεθος και σχήμα προσώπου, το μπόι, τη σωματική διάπλαση κ.ά. Ιδια κριτήρια λίγο-πολύ ισχύουν και για τις τραγιάσκες, χαμηλές ή πομπέ, φτιαγμένες από μάλλινο ύφασμα, συνήθως τουίντ σκωτσέζικο, ιρλανδικό, εγγλέζικο ή και ιταλικό, σε καρρώ σχέδια ή ψαροκόκκαλο, πιτισιλωτό κ.λπ. Η τραγιάσκα όμως φοριέται πιο σπορτίβικα, συνήθως πάνω από καμπαρντίνα, τουίντ σακάκι, ή τζάκετ στυλ Barbour.

Εξαιρετικό καπέλο, ειδικών αποστολών, ο μπερές. Φυσικά ο βάσκικος, ολόμαλλος, αδιάβροχος, συνήθως μπλε χρώματος, που φτιάχνεται στα Πυρηναία. Δεν φοριέται μόνο από καταραμένους καλλιτέχνες και μποέμ. Φοριέται και από urban warriors, και έχει ένα μοναδικό χαρακτηριστικό: εφαρμόζει τέλεια στο κεφάλι και δεν τον παίρνει ποτέ ο άνεμος, ακόμη και αν οδηγείτε μοτοσυκλέτα!

Μ υ σ τ ι κ ά

1. Μη φοράτε ποτέ το καπέλο σας ολόισια. Πάντα λοξά! Τι εννοούμε; Με ελαφρά κλίση προς τα εμπρός και κάτω, και ελαφρά κλίση προς το πλάι.

2. Μην παίρνετε φτηνά καπέλα. Προτιμήστε ένα ποιοτικό κομμάτι, που να σας ταιριάζει τέλεια, και προμηθευτείτε το από ειδικό μαγαζί.

3. Αν χάσει τη φόρμα του κι αν λεκιαστεί, διοχετεύστε πάνω του ατμό, διακεκομμένα (από τσαγερό, βραστήρα, ατμοσίδερο) και «φέρτε» το στα ίσια του με μαλακές κινήσεις των χεριών. Βουρτσίστε το, και περάστε το με ένα μαλακό μάλλινο πανί χωρίς χνούδι. Επαναλάβατε.

Fedora by Borsalino

Fedora πτυσσόμενη σε ρολό, by Lock & Co, London

Trilby

Τραγιάσκα τουίντ

Τραγιάσκα Ascot (πομπέ μονοκόμματη)

Ο γνήσιος βάσκικος μπερές

Kατηγορίες
dressing mantra style Suits urban style

The Art of Wearing Clothes

Ενα κλασικό κείμενο για το αστικό ανδρικό ντύσιμο. Δημοσιεύθηκε το 1960, αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό διατηρεί ακέραια την αξία των παρατηρήσεών του και, κυρίως, το πνεύμα και το στυλ.

The Art of Wearing Clothes, by George Frazier

The history of this rare masculine art and of the men who practice it supremely well.

Esquire magazine, September 1960

Gary Cooper

Many a vagrant vogue has prevailed and perished in the hundred-and-fifty-odd years since George Bryan (Beau) Brummell resigned from the tony Tenth Hussars upon being denied permission to wear a uniform of his own design, but the criterion by which men are adjudged either beautifully or badly dressed is still what it was in that dandified day when people cherished the belief that the Beau achieved the flawless fit of his gloves by having the fingers made by one man and the thumbs by another. Now, as then, an impeccably turned-out male is characterized by the same « certain exquisite propriety » of dress that Lord Byron admired so abundantly in Brummell. « If John Bull turns to look after you, » the Beau once observed, « you are not well-dressed, but either too stiff, too tight, or too fashionable. »

This was Brummell’s bequest—his irreproachably tasteful simplicity. What’s more, it is the one constant in the fickleness of fashion, nor has any mode, no matter how maniac, ever proved it spinach—neither the cult of pipe-stemmed perfection that caused any true Edwardian dandy to shudder at the thought of having, as Max Beerbohm put it, « the incomparable set of his trousers spoilt by the perching of any dear little child upon his knee »; nor the autograph-slickered, bell-bottomed callowness of the « cake-eaters » and « sheiks » who found their laureate in John Held, Jr.; nor the casual coolness of all the beer jackets of Princeton springtimes; nor the abortive and itinerant « Italian style »; nor, for that matter, even the natural-shouldered, pleatless-trousered look that is known as « Ivy League, » but that by any name at all would still be the Brooks Brothers No. 1 sack suit.

Prior to Brummell, men had dressed to almost freakish excess. Thus, according to Hayden’s Dictionary of Dates, Sir Walter Raleigh wore:

« . . . a white-satin-pinked vest close-sleeved to the wrist, and over the body a doublet finely flowered, and embroidered with pearls, and in the feather of his hat a large ruby and pearl drop at the bottom of the sprig in place of a button. His breeches, with his stockings and ribbon garters, fringed at the end, all white; and buff shoes, which, on great court days, were so gorgeously covered with precious stones as to have exceeded the value of 6,600 pounds; and he had a suit of armor of solid silver, with sword and hilt blazing with diamonds, rubies and pearls. »

Nor was Lord Buckingham, James I’s favorite, any shrinking violet either, for, as Hayden has it, he « had his diamonds tacked so loosely on [his robe] that when he chose to shake a few off on the ground, he obtained all the fame he desired from the pickers-up. » And then, too, there was Prince von Kaunitz, who achieved the desired shad of his wig by strolling back and forth while four lackeys sprayed it with different tints of scented powder. Indeed, in those pre-Brummell years, men were such peacocks that The Times of London used to describe their clothes in as minute and fascinated detail as it did women’s.

With the Beau’s arrival in London, however, restraint in male attire became the order of the day and, for that matter, of every debonair day thereafter. It is, in fact, almost impossible to exaggerate Brummell’s influence, for as Virginia Woolf has said, « Without a single noble, important, or valuable action to his credit, he cuts a figure; he stands for a symbol; his ghost walks among us still. » Indeed, because of him alone simplicity became the hallmark of the well-dressed man, whether he be a Victorian Prime Minister named Lord Melbourne, an American general named A. J. Drexel Biddle, a former Secretary of State named Dean Acheson, or a song-and-dance man out of Omaha named Fred Astaire.

Kατηγορίες
dressing

Παλτουδιά για τον Γενάρη

Ποιος φοράει παλτό στις μέρες μας; Ανδρες, εννοώ. Λίγοι, όλο και λιγότεροι. Και όσοι το φοράνε, το φοράνε πεισσότερο για τη χάρη του, την αρχοντιά του, και για να νιώσουν χειμώνα, παρά για τις θερμαντικές του ιδιότητες. Ο ήπιος χειμώνας, τα θερμαινόμενα κτίρια και οχήματα, το καθιστούν όλο και πιο διακοσμητικό, λιγότερο χρηστικό.

Είπαμε όμως ήδη για τη χάρη του, την αρχοντιά του. Πράγματι, τον χειμώνα (έστω, τον σύντομο ελληνικό), το παλτό ντύνει με αξεπέραστη χάρη. Τι μπορούμε να διαλέξουμε λοιπόν; Πολλά. Μάλιστα το παλτό δεν έχει τόσες απαιτήσεις ακριβούς εφαρμογής, δεν έχει καναβάτσα, βάτες, δύσκολη μέση κ.λπ. όπως το σακάκι, οπότε μπορούμε, με τη σχετική έρευνα, να βρούμε έτοιμο και άρα πολύ φθηνότερο· δεν είναι απολύτως αναγκαίο να καταφύγουμε σε ράφτη. Στις εκπτώσεις βρισκετα καλές ευκαιρίες.

Φροντίζουμε όμως απαραιτήτως να φοράμε σακάκι, όταν προβάρουμε (ή τουλάχιστον χονδρό πουλόβερ), για να μας ταιριάξει και να είναι άνετο· το παλτό δεν φοριέται μόνο με πουκάμισο…

Σχέδια;

Το απλούστερο και συνηθέστερο σχέδιο είναι μονόπετο, με τα κουμπιά κάτω από πατιλέτα, και τσέπες χωνευτές με καπάκι. Οι Βρετανοί το ονομάζουν Crombie, και είναι το δημοφιλέστερο.

Μαι πιο σύνθετη παραλλαγή, αναλόγως δημοφιλής, είναι το Chesterfield. Μονόπετο ή και σταυρωτό, τσέπες χωνευτές με καπάκι, επιλέον τσεπάκι στο στήθος όπως στο σακκάκι (για μαντιλάκι ή για τα γάντια!), με κουμπιά κρυμμένα κάτω από πατιλέτα (το μονόπετο), και συχνά βελούδινο γιακά. Το συνηθέστερο Chestefield είναι μονόπετο γκρι ψαροκόκκαλο με μαύρο βελούδινο γιακά, αλλά διαδεδομένα είναι και τα μπλε, μαύρα και καμηλό. Υλικό: μαλλί, μείγμα μαλλιού-κασμίρ, κασμίρ.

Μονόπετο και κοντινό στο σχέδιο του Chesterfield είναι και το ελαφρό Covert. Ευέλικτο και αστικό, το Covert είναι πιο κοντό, μέχρι το γόνατο, και φτιάχνεται από ελαφρότερο ύφασμα, συνήθως διαγονάλ, σε χρώμα μπεζ-καφετί, με σκούρο καφέ βελουδινο γιακά και τρίτη επιπλέον τσέπη δεξιά. Επίσης, μπλε και γκρι σουρί. Ελαφρό, μεσάτο, κομψό, είναι κατεξοχήν μοντέρνο παλτό πόλης.

Το κλασικό σταυρωτό, βαρύ παλτό έχει έξι κουμπιά (κουμπώνουν τα τρία), πλούσια μυτάτα πέτα και τσέπες χωνευτές. Το τσεπάκι στήθους παραμένει. Υλικό: βαρύ μάλλινο τύπου τσόχας, με ή χωρίς πέλος, ή μείγμα μαλλιού-κασμίρ, ή μείγμα μαλλιού-καμηλό.

Αλλη παραλλαγή σταυρωτού είναι το Polo. Σαν το κλασικό σταυρωτό, με έξι κουμπιά (κουμπώνουν τα δύο ή τα τρία), αλλά με εξωτερικές τσέπες και ζώνη πίσω. Το αρχετυπικό Polo φτιάχνεται με ύφασμα καμηλό (από τρίχα καμήλας) σε χρώμα καμηλό φυσικά… Δεκτά και τα σύμμεικτα υφάσματα και τα άλλα χρώματα.

Τέλος, το Loden. Πρόκειται μάλλον για «κάπα με μανίκια»· φαρδύ και ριχτό, με χαρακτηριστική βαθιά πιέτα κατά μήκος της ράχης. Το όνoμα προέρχεται από το βαθυπράσινο βαρύ ύφασμα Loden. Αλπικής πρελεύσεως, είναι διαδεδομένο σε όλη την ηπειρωτική Ευρώπη.

Χρώμα; Υφασμα;

Είπαμε ήδη. Γκρι σκούρο, μπλε ναυτικό, μαύρο, καμηλό, καφέ σκούρο. Μάλλινα στα 500 γρ. ή και παραπάνω, μάλλινα με προσθήκη πολύτιμου κασμίρ ή καμηλό. Ή αμιγή κασμίρ και καμηλό, αφράτα, απαλά αλλά εύθραυστα.

Δική τους κατηγορία τα τουίντ: ψαροκόκκαλα, πιε ντε πουλ, πιτσιλωτά «αλατοπίπερα», αχνά καρρώ. Συνδυασμοί και χρώματα μοναδικά, αντοχή απαράμιλλη, άνετα και ευέλικτα στο φόρεμα.

Αν διάλεγα ένα μόνο;

Chesterfield μονόπετο. Μπλε ή γκρι σκουρο.


Kατηγορίες
dressing urban style

Καμπαρντίνα παντός καιρού


Το τελευταίο ρούχο που ρίχνουμε στους ώμους, αυτό που κρέμεται πάντα πρόχειρα στο προτ-μαντώ, έτοιμο σε κάθε ζήτηση, είναι ένα από τα πιο κλασικά, αμετάβλητα και χρήσιμα ρούχα που έχουν εφευρεθεί για τον άνδρα.

Εφευρέθηκε στη Βρετανία και, προτού κυριαρχήσει στον αστικό βίο, σταδιοδρόμησε σε εξερευνητικές αποστολές και χαρακώματα, στις πιο δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζει ένας άνδρας. Βασικός σκοπός της αδιάβροχης καμπαρντίνας είναι η προστασία από τη βροχή, τον άνεμο και το ψύχος. Τη βροχή την πρωτοαντιμετώπισε ο Σκωτσέζος Charles Macintosh: το 1823, επινόησε ένα ύφασμα από βαμβάκι και καουτσούκ. Το ρούχο που προέκυψε ονομάστηκε macintosh ή mac, και έκτοτε κάθε αδιάβροχο στα αγγλικά ονομάζεται mac. Το mac όμως ήταν βαρύ και ανθυγιεινό· το σώμα δεν αναπνέει, η εφίδρωση ήταν αφόρητη.

Σε αυτό το σημείο μπαίνει στην ιστορία ο Αγγλος Thomas Burberry. Για να φτιάξει ένα αδιάβροχο και υγιεινό ρούχο, το 1856 επινοεί ένα βαμβακερό ύφασμα, πυκνοϋφασμένο και αδιαβροχοποιημένο πριν και μετά την ύφανση. Το ύφασμα λέγεται καμπαρντίνα (ή γκαμπαρντίνα, από ‘κει και η ελληνική ονομασία του ρούχου). The rest is history.

Η καμπαρντίνα του κ. Burberry κατακτά τον κόσμο: Τα ρούχα του συνοδεύουν τον Σάκλετον, τον Αμουδσεν και τον Σκοτ στις εξερευνήσεις των πόλων, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα σχεδιάζει ένα πανωφόρι για στρατιωτική χρήση. Η εξέλιξή του είναι το περίφημο τρεντς-κόουτ Νο 21, το ρούχο που φόρεσαν μισό εκατομμύριο στρατιώτες στα τρομερά χαρακώματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το πανωφόρι των χαρακωμάτων.
Μετά τον Πόλεμο, η καμπαρντίνα του Burberry, αμετάβλητη σχεδόν, ντύνει σταρ και χαρτογιακάδες, άνδρες και γυναίκες, πλούσιους και μεσαίους, γίνεται εμβληματικό ρούχο του 20ού αιώνα: από τους νουάρ Χάμφρει Μπόγκαρτ, Τζέιμς Καγκνεϊ, Αλαν Λαντ και Ρόμπερτ Μίτσαμ, έως την Μάρλεν Ντίτριχ και τον Πίτερ Σέλλερς ως Επιθεωρητή Κλουζώ.

Δικαίως. Είναι ρούχο παντός καιρού, με βροχή και με κρύο (προστιθέμενης της μάλλινης επένδυσης), ανοιξιάτικη και φθινοπωρινή, με κοστούμι ή με τζιν και πουλόβερ, στο ταξίδι και στη βραδινή έξοδο, στη βέσπα ή στο αυτοκίνητο, παντού. Και πάντα. Ιδίως στο δικό μας μεσογειακό κλίμα, με τον σύντομο και ήπιο χειμώνα, μια καλή καμπαρντίνα υποκαθιστά εν πολλοίς το παλτό.

Ποια καμπαρντίνα; Είπαμε ήδη την αρχετυπική: Burberry, το απόλυτο εργαλείο. Την κλασική σταυρωτή. Ή την πιο εκλεπτυσμένη αστική εκδοχή της, τη ριχτή, ολόισια, χωρίς ζώνη, με την κρυφή πατιλέτα και το μικρό γιακαδάκι. Εφάμιλλης ποιότητας καμπαρντίνες φτιάχνουν και ο βρετανικός οίκος Aquasqutum, ο αμερικανοϊαπωνικός Sanyo και ο ιταλικός Allegri, στα ίδια κλασικά σχέδια και παραλλαγές. Ολες εξαιρετικές και μακρόβιες.

Υλικό: Το αδιαβροχοποιημένο βαμβακερό 100% είναι το ωραιότερο και το ακριβότερο, αλλά το πιο διαδεδομένο υλικό είναι σύμμικτο βαμβάκι-πολυέστερ με εξαιρετική αντοχή και ευκολία χρήσης και καθαρισμού. Η πιο φίνα είναι από 100% μαλλί, λιγότερο αδιάβροχη αλλά κομψότατη, ιδίως σε μπλε χρώμα.

Χρώμα: Το κλασικό είναι το μπεζ, αλλά η γκάμα εκτείνεται από το λευκό και το κρεμ έως το μαύρο, περνώντας από χακί, λαδί, γκρι, καφέ και μπλε.

Kατηγορίες
Accessoires

Πού έπεσε το παντελόνι;

Επαγγελματικό κρέμασμα παντελονιού, για να μη γλστράει από την κρεμάστρα και το βρίσκετε στον πάτο της ντουλάπας.

Για καθημερινή χρήση πάντως, ενδείκνυνται οι ειδικές αντιολισθητικές κρεμάστρες για παντελόνια, σχήματος πλαγιαστού U (τις βρίσκετε σε αρκετά μαγαζιά, στην οδό Θησέως λ.χ. στο κατάστημα με είδη συσκευασίας), καθώς και οι μεγάλες κρεμάστρες για κοστούμια με δοντάκια ή αντιολισθητική επίστρωση στην μπάρα της κρεμάστρας (πλαστικές βρίσκετε παντού· ωραίες ξύλινες βρίσκετε στα Carrefour και στη Θησέως). Enjoy!

Kατηγορίες
dressing Fabrics Suits urban style

Φανέλας εγκώμιον (Τhe grey flannel suit)

50346728

Kαθώς ο καιρός ψυχραίνει και ο ήλιος κρύβεται νωρίς, αδημονώ. Αδημονώ να κρυώσει κι άλλο ο καιρός, να γκριζάρει ο ουρανός, για να βγάλω από την ντουλάπα το γκρι φανελένιο κοστούμι.

Λατρεύω τη φανέλα. Λατρεύω την αίσθηση του μαλακού μάλλινου, το διακριτικό πέλος της, το αφράτο και ελαφρότατα “τσιμπητικό” άγγιγμά της στο δέρμα, το απαλό και βαρύ πέσιμο των πτυχών, το λεπτό της τσαλάκωμα, τη θέρμη και την οικειότητα που μεταδίδει στο σώμα.

Είναι η εμβληματική ανδρική φορεσιά (μαζί ίσως με το κρεμ λινό κοστούμι για το καλοκαίρι, περίπου αυτό που φορούσε ο Υποπρόξενος στο “Κάτω από το ηφαίστειο” του Μ. Λόουρι, κινηματογραφημένο από τον Τζον Χιούστον). Προσοχή, δεν εννοώ ότι το Γκρι Φανελένιο Κοστούμι είναι το ίδιο ακριβώς, κυρίως ιδεολογικά και ψυχολογικά, με αυτό το γκρι που φοράει ο Γκρέγκορι Πεκ στην ταινία «The man with the grey flannel suit». Αυτό, της ταινίας του 1956, είναι το συμβολικά θλιβερό κοστούμι της απέραντης τάξης των χαρτογιακάδων, των υπαλλήλων γραφείου, του κόσμου που αναδυόταν ορμητικός μετά τον Β’ Παγκ. Πόλεμο. Αυτό ήταν το αρχετυπικό business suit.

Το δικό μας γκρι φανελένιο κοστούμι δεν ειναι τόσο θλιβερό, ούτε μόνον business suit.  Είναι βεβαίως κοστούμι μπαλαντέρ, είναι αυτό που πρέπει όλοι οι άνδρες να έχουν στην ντουλάπα τους, αλλά είναι κι ένα κοστούμι δανδή. Δανδή; Ναι. Είναι τόσο διακριτικό, τόσο “αόρατο”, που μπορεί να μεταμορφωθεί σε οτιδήποτε, με την προσθήκη των κατάλληλων αξεσουάρ.

Λόγου χάριν, η απλούστερη και πιο σίγουρη σύνθεση:  Γαλάζιο σιελ πουκάμισο και σκούρα μπλε γραβάτα. Τίποτε άλλο ― διακριτική εμφάνιση πάνθηρα του άστεως. Ή: ροζ φιλ-α-φιλ πουκάμισο (δεκτόν και όξφορντ) με σκούρα βυσσινί ή μαύρη γραβάτα. Προσοχή στην υφή της γραβάτας: η χνουδάτη φανέλα απαιτεί πλεχτή ή μπροκάρ γραβατα, βαριά· οπωσδήποτε όχι σατέν ή εμπριμέ. Προσθέστε ένα ατίθασο μαντιλάκι στο σακάκι (φίνο μετάξι να ξεπροβάλλει από την φανέλα, εδώ ζητείται η κόντρα στις υφές). Περιττόν ειπείν, η φανέλα απαιτεί απεγνωσμένα καστόρινα παπούτσια, βαθυκάστανα. Voilà!

dblovat1

Ποια φανέλα ακριβώς

ΧΡΩΜΑ. Είπαμε γκρίζα. Εννούμε, σκούρα, προς το ανθρακί ή το μμολυβί, αλλά έναν  τόνο πιο ανοιχτή. Οχι σχεδον μαύρη. Και όχι σχεδόν σταχτιά, ξέξασπρη. Καλοδεχτη βεβαίως και με ρίγα, αχνή πάντα, σαν κιμωλία: chalk stripe. Δεκτή και με λεπτό καρρώ, και η Πρενς ντε Γκαλ, σε γκρι πάντα. Δεκτή και σε καφέ, θερμό πάντα, και σε μπλε, σκούρο.

ΠΟΙΟΤΗΤΑ. Α, εφευρέτες είναι οι Εγγλέζοι… O Fox, ας πούμε, και οι Smith, Harrison, Lesser, J.J. Minnis είναι βρετανικοί οίκοι που προσφέρουν θαυμάσιες φανέλες· ό,τι και να διαλέξεις απ’ αυτους, πέφτεις μέσα. Επίσης οι Iταλοί φτιάχνουν φανέλες αξιοσημειωτα φίνες και ελαφριές, κατάλληλες για το μεσογειακό μας κλιμα· θα κοιτούσα του Barberis Canonico και του Zegna.

ΥΣΤΑΤΟΝ: Η φανέλα ροντάρει με τον χρόνο. Αποκτά πατίνα. Τρίβεται στους αγκώνες, στα γόνατα κ.λπ. Δεν πειράζει, αυτή είναι η ομορφιά της. Επίσης, αν δεν προσέξετε τον Χρυσό Κανόνα (=εναλλαγή κοστουμιών, rotation!), μπορεί να ξεχειλώσει, να κάνει “γόνατα” π.χ. το παντελόνι. Αφήνετέ την να ξεκουράζεται.