Ανοίγεις την νουλάπα, τα συρτάρια: Ποιο πουκάμισο με αυτό το κοστούμι; Ποιο παντελόνι με αυτό το σακκάκι; Ποια γραβάτα με αυτό πουκάμισο κι αυτό το κοστούμι; Να μη βάλω γραβάτα; Τι παπούτσια; Τι κάλτσες; Ζώνη; Μαντιλάκι; Το ρολόι δείχνει ότι ήδη θα έπρεπε να είχες ντυθεί… (Α, και τι ρολόι με αυτό το ντύσιμο;) Τέτοια ερωτήματα αντιμετωπίζει σχεδόν καθημερινά ο άνθρωπος της πόλης. Ανώδυνα ερωτήματα, μάλλον ευχάριστα και παιγνιώδη, πάντως ερωτήματα χωρίς εύκολες απαντήσεις.
Ας τα πάρουμε από την αρχή. Εχουμε πει πολλές φορές ότι υπέρτατος κριτής και νομοθέτης είναι ο ντυνόμενος· το γούστο του και το ένστικτό του. Το στυλ είναι υπόθεση απολύτως και μόνο προσωπική, όλα τα υπόλοιπα είναι συρμός, μόδα, τυραννία και kitsch· πάντως στυλ δεν είναι.
Είναι χρήσιμο ωστόσο να έχουμε κάποιους άξονες, μερικές γραμμές, σε ό,τι αφορά το ταίριασμα χρωμάτων, υφών, μοτίβων, σχεδίων.
Οσο κι αν φαίνεται παράδοξο, η υφή (του υφάσματος, του δέρματος) μπορεί να αποβεί πιο αποφασιστικός παράγων από το χρώμα κατά την επιδίωξη της αρμονίας. Ας πούμε, σ’ ένα «χνουδωτό» θερμό φανελένιο κοστούμι γκρίζου χρώματος το κυρίαρχο στοιχείο είναι η μαλακή, χνουδωτή υφή, και δευτερευόντως το γκρι χρώμα. Η φανέλα ζητάει την παραπλήρωση του λείου μεταξιού (στη γραβάτα, στο μαντιλάκι ποσέτ) αλλά και τη συμπλήρωση του καστόρινου παπουτσιού, το οποίο καστόρινο βεβαίως θα είναι καφέ-καστανό, δηλαδή θερμό, ώστε να κοντράρει με τη σειρά του το ψυχρό γκρι: τραχύ-τραχύ, θερμό-ψυχρό. Αναλόγως, η μεταξωτή γραβάτα ας μην είναι κόκκινη, αλλά μπλε: ψυχρό σε ψυχρό, λείο σε τραχύ.
Το ίδιο ισχύει και για τα μοτίβα: το καρώ δεν πάει γενικά με καρώ, αλλά το μεγάλο, αραιό καρώ (windowpane) ή το θεϊκό πρενς-ντε-γκαλ του σακακιού, μπορεί να ταιριάξει με το διακριτικό πτι-καρώ του πουκαμίσου. Ηγουν: μεγάλο-μικρό. Αναλόγως και στη ρίγα: ένα έντονο πιν-στράιπ (pinstripe) κοστούμι μπορεί να σηκώσει ένα λεπτόριγο πουκάμισο, αλλά όχι επιπλέον και ριγέ γραβάτα, αυτή θα είναι συμπαγής χρωματικά: μεγάλο μοτίβο-μικρό μοτίβο-μη μοτίβο.
Η γενική γραμμή είναι: όχι απόλυτο, προφανές ταίριασμα, αλλά συμπλήρωση ή παραπλήρωση, έως το όριο της σύγκρουσης. Επιδίωξη: η απλότης, το μη απόλυτο ταίριασμα, η αρμονία.
Ας πούμε, δεν φοράμε ποτέ, μα ποτέ, ασορτί γραβάτα-μαντιλάκι. Ποτέ. Η γραβάτα και το μαντιλάκι πρέπει να βρίσκονται σε ερωτική διαμάχη, σε έντονο φλερτ: το ένα να κοιτάζει βαθιά το άλλο και να το απολαμβάνουν και τα δύο. Να σμίγουν και να συγκρούονται.
Τέλος: Μην είσθε τέλειοι. Αφήστε μια λεπτομέρεια αφρόντιστη, ευφυώς ατημέλητη, λεπτομέρεια ανθρώπινη, τυχαία, που δείχνει ότι νύνεστε για την απόλαυση, όχι από υποχρέωση. Να είσθε decontractée, χαλαροί, κουλ. Ομνύετε στην sprezzatura.